Η παραγωγή τροφίμων μπορεί να αυξηθεί στην Ε.Ε. χωρίς βλάβη για το περιβάλλον

«Η κοινοτική παραγωγή τροφίμων μπορεί να αυξηθεί σημαντικά για να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση, κατά τρόπο που θα μειώνει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και θα ωφελεί το περιβάλλον» τόνισαν οι κεντρικές αγροτοσυνεταιριστικές οργανώσεις Copa και Cogeca κατά την διάρκεια σημαντικού εργαστηρίου, με θέμα τη συμβολή της παραγωγής κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων στο μετριασμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.

Οι κύριοι στόχοι του εργαστηρίου ήταν η αντιμετώπιση του θέματος από την άποψη όλων των σημαντικών ειδών των εκτρεφόμενων ζώων. Επίσης, είχε στόχο να επανεξετάσει, να ανταλλάξει και να κατανοήσει καλύτερα τις διαφορετικές μεθοδολογίες και τις πηγές δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Άλλοι στόχοι περιλαμβάνουν την επίδειξη και διάδοση των μέτρων μετριασμού, βέλτιστες πρακτικές και δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από τους αγρότες και την βιομηχανία κρέατος, γαλακτοκομικών και ζωοτροφών, προκειμένου να μειωθούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων τους.

Μιλώντας, στην ημερίδα ο αντιπρόεδρος της Copa, κ. Peter Kendall, είπε ότι «Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από το σύνολο του γεωργικού τομέα, συμπεριλαμβανομένου του ζωικού κεφαλαίου, έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 20% μεταξύ 1990 και 2008. Είδαμε σήμερα, ότι οι αγρότες και οι άλλοι παράγοντες στην αλυσίδα παραγωγής κρέατος και γάλακτος μπορούν να μειώσουν περαιτέρω τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Πρόκειται για μια κατάσταση που θα ωφελήσει τους πάντες. Ενώ η ευρωπαϊκή γεωργία προσαρμόζεται σταδιακά στις κλιματικές μεταβολές, θα μπορούν επίσης να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των πόρων που χρησιμοποιούνται στην αγροτική παραγωγή, να αποθηκεύουν περισσότερο άνθρακα στη βλάστηση και το έδαφος, χρήση βιοενέργειας και άλλων τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, για την αυτο-προμήθεια και εξαγωγή ενέργειας από τη γεωργική εκμετάλλευση με την μετατροπή της κόπρου και των καταλοίπων του αγροκτήματος σε ενέργεια και λίπασμα, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση των εκπομπών και σε άλλους τομείς της οικονομίας».

«Γνωρίζουμε, επίσης, ότι η κοινοτική γεωργία έχει ένα σημαντικό ρόλο να εκπληρώσει στην παραγωγή. Πρέπει να παράγουμε περισσότερα τρόφιμα για τα 9 δισεκατομμύρια το 2050. Το μεγάλο ερώτημα είναι μπορούμε να το κάνουμε; Μπορούμε να αυξήσουμε την παραγωγή των τροφίμων μας με βιώσιμο; Πιστεύω ότι μια βιώσιμη γεωργία που επικεντρώνεται στον οικονομικό ρόλο της παραγωγής των γεωργών είναι ο μόνος τρόπος για την επίτευξη περιβαλλοντικών ωφελειών και αποτελεσματικής διαδικασίας απομόνωσης του άνθρακα. Ειδικά αν υποστηριχθούν από έρευνα καινοτομίας, καθώς και από τις διάφορες πολιτικές της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, με την παροχή των κατάλληλων κινήτρων».

Ο Pierre Chevalier, πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας των Copa-Cogeca για το βόειο κρέας, τόνισε« Είμαι ικανοποιημένος που τέθηκε το θέμα της λειτουργίας των βοσκοτόπων ως δεξαμενών άνθρακα και κτηνοτροφικής παραγωγής βάσει της βόσκησης. Η αποθήκευση άνθρακα στα λιβάδια φτάνει κατά μέσο όρο τα 500 kg διοξειδίου του άνθρακα ετησίως στην Ευρώπη. Αξίζει να ζητήσουμε μια καλύτερη αναγνώριση του κοινού για τα οφέλη που παραδίδονται από τα συστήματα βόσκησης που βασίζονται σε έναν αριθμό ευρωπαϊκών περιφερειών. Οι λειμώνες αποδίδουν ένα μεγάλο αριθμό δημόσιων αγαθών που δεν ανήκουν στις αρμοδιότητες της αγοράς και συμβάλουν στην αειφόρο ανάπτυξη περιοχών της Ε.Ε.». Για παράδειγμα η κτηνοτροφική παραγωγή που βασίζεται σε βοσκοτόπους προσφέρει ταυτόχρονα δέσμευση του άνθρακα, προστασία της βιοποικιλότητας, αποθήκευση νερού και πρόληψη των πυρκαγιών, των πλημμυρών και της διάβρωσης του εδάφους.

Ο Emmanuel Coste, πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας των Copa-Cogeca για τα πρόβατα δήλωσε: «Η παρουσίαση των διαφορετικών προσεγγίσεων και επιστημονικής προσφοράς μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πέρα από το έργο που έχει πραγματοποιηθεί σε κάθε χώρα, είναι σημαντικό να εργαστούμε για την εναρμόνιση των μεθοδολογιών σε διεθνές επίπεδο. Μόνο το έργο αυτού του τύπου θα μας επιτρέψει να παράσχουμε συγκρίσιμα στοιχεία και, επομένως, να εξηγήσει τις παρατηρούμενες διαφορές μεταξύ των συστημάτων και να θέσει σε εφαρμογή τα απαιτούμενα μέτρα. Η εναρμόνιση των μεθόδων πρέπει να συγκλίνει κυρίως σε ζητήματα όπως μελέτης των ορίων του συστήματος, η λειτουργική ενότητα για την έκφραση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, οι δείκτες για την ανάλυση των επιπτώσεων, των συντελεστών εκπομπών, η παγίδευση του άνθρακα, η κατανομή των διαφόρων προϊόντων που προέρχονται από ζώα, συμπεριλαμβανομένων των μη εδώδιμων υποπροϊόντων. Τα στατιστικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους πρέπει επίσης να βελτιωθούν».

ΠΗΓΗ: ΠΑΣΕΓΕΣ

You might also like