Ελλείψεις και ευρω-συστάσεις για την αγορά κρέατος πουλερικών
Την τελική της έκθεση με τα συμπεράσματα από τον έλεγχο που διενεργήθηκε στην Ελλάδα το Φεβρουάριο έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Γενική Διεύθυνση Υγείας και Καταναλωτικών Υποθέσεων (DG – SANCO) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η επιθεώρηση αφορούσε την κατάσταση στην παραγωγή και εμπορία κρέατος πουλερικών και έλαβε χώρα από κλιμάκιο του Γραφείου Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων το διάστημα 21 Φεβρουαρίου έως 2 Μαρτίου 2011.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, στόχος του ελέγχου ήταν να εξακριβωθεί ότι οι επίσημοι έλεγχοι στην Ελλάδα για το κρέας πουλερικών και τα προϊόντα του διενεργούνται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το σύστημα των επίσημων ελέγχων εφαρμόζεται από σαφώς καθορισμένες Αρμόδιες Αρχές και καλύπτει ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής πουλερικών. Αν και οι συνθήκες στο επίπεδο των εγκαταστάσεων ήταν γενικά σωστές, η αποτελεσματικότητα των επίσημων ελέγχων περιορίζεται από δυσκολίες στο να γίνονται συχνοί έλεγχοι, καθώς και από την ελλιπή ανίχνευση ή/και την κατάλληλη παρακολούθηση ορισμένων ελλείψεων.
Η έκθεση απευθύνει στις ελληνικές αρχές μια σειρά συστάσεων για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν, ενώ ανάμεσα στα ειδικά συμπεράσματα των επιθεωρητών, περιγράφεται ότι προ και μετά σφαγής δεν ακολουθούνται πλήρως οι γενικές και ειδικές απαιτήσεις του Καν. 854/2004, καθώς και ότι:
– Με εξαίρεση τη μη κοινοποίηση στην Επιτροπή, των εθνικών κανόνων σχετικά με τη σφαγή στο αγρόκτημα, υπάρχει μια αποτελεσματική νομική βάση η οποία είναι σύμφωνη με τη νομοθεσία της ΕΕ, για τον επίσημο έλεγχο της παραγωγής και διάθεσης στην αγορά του κρέατος πουλερικών.
– Η Ελλάδα έχει σαφώς καθορισμένες Αρμόδιες Αρχές υπεύθυνες για τους επίσημους ελέγχους, όμως η έλλειψη τυπικών διαδικασιών που θα εξασφαλίζουν τη συνεργασία μεταξύ των δύο υπηρεσιών (ΥΠΑΑ&Τ και ΕΦΕΤ) δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν υπάρχει επικάλυψη των δραστηριοτήτων ελέγχου.
– Οι πτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις που ελέγχθηκαν βρίσκονταν σε συμμόρφωση με τις νομικές απαιτήσεις, ωστόσο δεν υπάρχει ένα σύστημα που να εγγυάται ότι η επιλογή των εκμεταλλεύσεων που πρέπει να υπόκεινται σε επίσημους ελέγχους, βασίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια επικινδυνότητας.
– Υπάρχουν δύο συστήματα για την έγκριση των Υπευθύνων Επιχειρήσεων Τροφίμων και την καταχώριση των εγκεκριμένων εγκαταστάσεων, που εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το ΥΠΑΑ&Τ και τον ΕΦΕΤ. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο κατάλογος των εγκεκριμένων εγκαταστάσεων δεν είναι ενημερωμένος.
– Οι επιθεωρητές εντόπισαν ελλείψεις στις εγκαταστάσεις που επισκέφθηκαν, ελλείψεις οι οποίες όμως δεν είχαν διαπιστώσει οι επίσημοι έλεγχοι του κράτους και αυτό θέτει υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Ακόμη, υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές που ορίζουν τη συχνότητα των επίσημων ελέγχων, ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις οι κανόνες αυτοί δεν ακολουθούνται.
– Αν και υπάρχει ένα κατάλληλο σύστημα επίσημης δειγματοληψίας και έχουν επιτευχθεί οι στόχοι σχετικά με τον αριθμό των δειγμάτων που λαμβάνονται, ωστόσο δεν φαίνεται να χρησιμοποιούνται αντικειμενικά κριτήρια για την επιλογή των εγκαταστάσεων που υποβάλλονται σε δειγματοληψία.
Πρέπει τέλος να αναφερθεί ότι όπως λένε στην έκθεσή τους οι ελεγκτές, ενημερώθηκαν για τις τρέχουσες σοβαρές δημοσιονομικές δυσχέρειες της χώρας, οι οποίες δημιουργούν εμπόδια στις δραστηριότητες ελέγχου. Οι εκπρόσωποι των δύο Αρμόδιων Αρχών ανέφεραν στους Ευρωπαίους ελεγκτές ως σοβαρό εμπόδιο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, αφενός τους περιορισμούς στα έξοδα ταξιδίου και την έλλειψη διαθέσιμων υπηρεσιακών αυτοκινήτων, αφετέρου τη μη-αντικατάσταση του μεγαλύτερου μέρους του συνταξιοδοτούμενου προσωπικού, όπως αναφέρει η έκθεση των επιθεωρητών. Είναι φανερό ότι από τις συμπληγάδες της δημοσιονομικής πολιτικής δεν ξεφεύγουν ούτε οι έλεγχοι στα τρόφιμα…
Σημειώνεται ότι ο τελευταίος κοινοτικός έλεγχος που έγινε στην Ελλάδα για το κρέας πουλερικών, ήταν το Νοέμβριο του 2002.