Ακτινογραφία της αγοράς αλλαντικών και κρεατοσκευασμάτων επιχειρεί η σχετική κλαδική μελέτη της ICAP. Με βάση τα στοιχεία του 2010 εμφανίζεται μια μικρή αύξηση της παραγωγής, με υποχώρηση όμως της κατανάλωσης. Η αγορά παρουσιάζει αυτάρκεια ελληνικών προϊόντων, ενώ οι πέντε μεγαλύτερες επιχειρήσεις συγκεντρώνουν το 55% της δραστηριότητας του κλάδου.
Ο κλάδος των αλλαντικών και κρεατοσκευασμάτων περιλαμβάνει λίγες μεγάλου μεγέθους βιομηχανίες και ένα μεγάλο αριθμό μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται κυρίως τοπικά.
Οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις του κλάδου διαθέτουν εδραιωμένα εμπορικά σήματα προϊόντων, ενώ παράλληλα διατηρούν εκτεταμένα δίκτυα διανομής που καλύπτουν σχεδόν το σύνολο της χώρας. Αντίθετα, οι μικρού μεγέθους επιχειρήσεις προμηθεύουν κυρίως την τοπική αγορά όπου εδρεύουν ή τις αγορές των γειτονικών νομών.
Η διάθεση των αλλαντικών καλύπτεται σε ένα ποσοστό της τάξεως του 60% μέσω σούπερ μάρκετ, σε ένα ποσοστό της τάξεως του 20% μέσω επιχειρήσεων catering, το δε υπόλοιπο μοιράζεται σε όλα τα υπόλοιπα δίκτυα διανομής.
Σύμφωνα με τη Διευθύντρια Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της ICAP Group, Σταματίνα Παντελαίου, η εγχώρια παραγωγή αλλαντικών και κονσερβών κρέατος εμφάνισε σωρευτική μείωση της τάξεως του 5,5% την τελευταία διετία. Από το σύνολο των εταιρειών του κλάδου οι 8 κορυφαίες βιομηχανίες αλλαντικών ελέγχουν τα 3/4 της εγχώριας παραγωγής.
Το συνολικό μέγεθος της εγχώριας αγοράς αλλαντικών αυξήθηκε την πενταετία 2005-2009, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανόδου μόλις 0,76%. Η κατανάλωση υποχώρησε το 2010 κατά 3,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ το 2011 σημειώθηκε και νέα μείωση (-3,3%).
Το συνολικό μέγεθος της εγχώριας αγοράς κρεατοσκευασμάτων παρουσίασε επίσης ανοδική πορεία το χρονικό διάστημα 2005-2010. Ωστόσο, το 2011 η αγορά των κρεατοσκευασμάτων υποχώρησε κατά 3% περίπου.
Όσο αφορά στη διάρθρωση της εγχώριας αγοράς αλλαντικών και κονσερβών κρέατος, σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς καλύπτεται από την κατηγορία Πάριζα – Μορταδέλα (29% περίπου), ακολουθούν στην δεύτερη θέση οι κατηγορίες Ζαμπόν (χοιρομέρι και ωμοπλάτες) και Αλλαντικά πουλερικών. Η εγχώρια αγορά κρεατοσκευασμάτων εξακολουθεί να καλύπτεται από παρασκευάσματα χοιρινού και μοσχαρίσιου κρέατος και κυρίως από προϊόντα όπως σουβλάκι, γύρος και μπιφτέκι.
Σχετικά με την πρώτη ύλη, η μελέτη καταγράφει ότι ο κύριος όγκος του κρέατος είναι εισαγόμενος, ενώ ορισμένες από τις μεγαλύτερες μονάδες έχουν προβεί σε καθετοποίηση με ίδιες κτηνοτροφικές μονάδες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ανάλυση των οικονομικών αποτελεσμάτων που έκανε η ICAP με αντιπροσωπευτικό δείγμα 29 παραγωγικών επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα δεδομένα αυτά, το σύνολο του ενεργητικού σημείωσε αύξηση 6,9% το 2010 σε σχέση με το 2009. Οι πωλήσεις των 29 επιχειρήσεων εμφάνισαν μικρή μείωση (-1,2%) ενώ λιγότερα κατά 1,5% ήταν και τα αντίστοιχα μικτά κέρδη. Ωστόσο, το κέρδος προ φόρου εισοδήματος μειώθηκε απότομα κατά 29,4%, ενώ και τα κέρδη EBITDA υποχώρησαν κατά 5,7%. Από τις 29 επιχειρήσεις του δείγματος, οι 22 ήταν κερδοφόρες το 2010.