Μια μελέτη που αξιολογεί τον δυνητικό αντίκτυπο δέκα συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών (που συνήφθησαν πρόσφατα ή βρίσκονται επί του παρόντος υπό διαπραγμάτευση) επιβεβαιώνει ότι η εμπορική προσέγγιση της Ε.Ε., δημιουργεί νέες εμπορικές ευκαιρίες για τους εξαγωγείς αγροδιατροφικών προϊόντων.
Η συμμετοχή σε προτιμησιακές εμπορικές σχέσεις διαφοροποιεί τις πηγές εισαγωγών, βελτιώνοντας έτσι την ανθεκτικότητα των αλυσίδων εφοδιασμού τροφίμων της Ε.Ε. Η ανάπτυξη νέων αγορών μέσω προτιμησιακών εμπορικών σχέσεων, θα συμβάλει στην εδραίωση της θέσης της Ε.Ε. ως κορυφαίου εξαγωγέα αγροδιατροφικών προϊόντων παγκοσμίως, με το θετικό γεωργικό εμπορικό ισοζύγιο της Ε.Ε. να ανέρχεται το 2022 σε 58 δισ. ευρώ.
Μάλιστα, πρόσφατη έκθεση σχετικά με τη διαφοροποίηση του εμπορίου αγροδιατροφικών προϊόντων της Ε.Ε., έδειξε ότι η θέση της Ένωσης ως κορυφαίου εξαγωγέα παγκοσμίως και ως ενός από τους κορυφαίους εισαγωγείς αγροδιατροφικών προϊόντων, επιτρέπει ισορροπημένες και ευνοϊκές εμπορικές σχέσεις με τρίτες χώρες.
Εξαγωγές
Η μελέτη που δημοσιεύτηκε από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επικεντρώνεται στις συμφωνίες με την Αυστραλία, τη Χιλή, την Ινδία, την Ινδονησία, τη Μαλαισία, τη Mercosur (Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη και Ουρουγουάη), το Μεξικό, τη Νέα Ζηλανδία, τις Φιλιππίνες και την Ταϊλάνδη. Λόγος γίνεται για συμφωνίες που είτε αποτελούν επί του παρόντος αντικείμενο διαπραγμάτευσης, είτε έχουν συναφθεί αλλά δεν έχουν ακόμη τεθεί σε εφαρμογή.
Εκτιμάται ότι το 2032, η αξία των εξαγωγών αγροδιατροφικών προϊόντων της Ε.Ε. θα ήταν υψηλότερη κατά 3,1 – 4,4 δισ. ευρώ, από ότι θα ήταν χωρίς αυτές τις δέκα εμπορικές συμφωνίες. Αναλυτικότερα, αναμένεται να αναπτυχθούν εμπορικές ευκαιρίες για τα αγροδιατροφικά προϊόντα της Ε.Ε., όπως τα γαλακτοκομικά προϊόντα (+780 εκατ. ευρώ), ο οίνος και άλλα ποτά (+654 εκατ. ευρώ) και τα μεταποιημένα αγροδιατροφικά προϊόντα (+1.3 δισ. ευρώ).
Αυτές οι σημαντικές εμπορικές ευκαιρίες πιστοποιούν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που απολαμβάνουν τα αγροδιατροφικά προϊόντα της ΕΕ, χάρη στα υψηλά πρότυπα ποιότητας, ασφάλειας και βιωσιμότητας, τα οποία ενισχύουν την παγκόσμια φήμη τους.
Εισαγωγές
Μετά την έναρξη ισχύος των δέκα εμπορικών συμφωνιών που καλύπτονται από τη μελέτη, η αξία των εισαγωγών της Ε.Ε. αναμένεται να είναι μεταξύ 3,1 και 4,1 δισ. ευρώ υψηλότερη το 2032, από ότι θα ήταν χωρίς τις εν λόγω συμφωνίες. Αυτό θα οδηγήσει σε ισόρροπη αύξηση τόσο των εξαγωγών όσο και των εισαγωγών, με αποτέλεσμα το συνολικό εμπορικό ισοζύγιο της Ε.Ε. να αυξάνεται ελαφρώς.
Η μελέτη αναγνωρίζει ότι ορισμένοι ευαίσθητοι τομείς, ιδίως το βόειο κρέας, το πρόβειο κρέας, τα πουλερικά, το ρύζι και η ζάχαρη, αναμένεται να αντιμετωπίσουν αυξημένο ανταγωνισμό από τους δέκα εταίρους που αναφέρονται στη μελέτη. Το συμπέρασμα αυτό επικυρώνει την τρέχουσα προσέγγιση της Ε.Ε. για τη συστηματική προστασία ευαίσθητων τομέων με προσεκτικά σταθμισμένες δασμολογικές ποσοστώσεις. Αυτό το βασικό εργαλείο στις εμπορικές συμφωνίες, μπορεί να συμβάλει στον μετριασμό πιθανών διαταραχών της αγοράς, παρέχοντας έτσι προστασία στους γεωργούς και τους παραγωγούς αγροδιατροφικών προϊόντων της Ε.Ε.
Για πρώτη φορά, η μελέτη της Επιτροπής εξετάζει, επίσης, τον αντίκτυπο στη γεωργία της Ε,Ε, των εμπορικών συμφωνιών που συνήψε πρόσφατα το Ηνωμένο Βασίλειο με την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τα κράτη μέλη της συνολικής και προοδευτικής συμφωνίας εταιρικής σχέσης του Ειρηνικού (CPTPP). Η μελέτη δείχνει ότι οι εν λόγω εμπορικοί εταίροι θα λάβουν ορισμένα μερίδια από παραγωγούς της Ε.Ε., μεταφέροντάς τα στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο αντίκτυπος που θα προκύψει θα είναι περιορισμένος και η Ε.Ε. αναμένεται ακόμη να παραμείνει μεταξύ των κύριων προμηθευτών του Ηνωμένου Βασιλείου.
Αναμένονται ορισμένες επιπτώσεις σε τομείς όπως το βόειο κρέας, ο οίνος και άλλα ποτά (και ο καπνός), τα μεταποιημένα τρόφιμα, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και το πρόβειο κρέας. Ωστόσο, ο συνολικός θετικός αντίκτυπος των δέκα εμπορικών συμφωνιών που θα μπορούσαν να τεθούν σε ισχύ, θα αντιστάθμιζε τις απώλειες της αγοράς.
Ιστορικό
Σημειώνεται πως η μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, είναι η δεύτερη επικαιροποίηση της αρχικής μελέτης του 2016 (η πρώτη είχε πραγματοποιηθεί το 2021), σχετικά με τον σωρευτικό οικονομικό αντίκτυπο των επικείμενων εμπορικών συμφωνιών στη γεωργία της Ε.Ε. Στόχος της είναι να παράσχει πολύτιμες πληροφορίες για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους διαπραγματευτές, σχετικά με τη σύνδεση μεταξύ της εμπορικής ατζέντας της Ε.Ε. και της γεωργίας της Ε.Ε.