Σταθερό στα 5 δισ. ευρώ, παρέμεινε τον Μάιο του 2024 το εμπορικό πλεόνασμα γεωργικών προϊόντων διατροφής της ΕΕ. Η τιμή αυτή είναι ίδια με τον περασμένο Απρίλιο και ελαφρώς χαμηλότερη από τον Μάιο του 2023.
Οι εξαγωγές ανήλθαν σε 19,7 δισ. ευρώ, με αύξηση της ελιάς και του ελαιολάδου, αλλά μείωση των φυτικών ελαίων και των δημητριακών. Οι εισαγωγές ανήλθαν σε 14,7 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 3 % από τον Μάιο του 2023, λόγω της αύξησης των προϊόντων κακάου, των φρούτων, των καρπών με κέλυφος και του ελαιολάδου.
Κορυφαίοι εμπορικοί εταίροι ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Κίνα, η Βραζιλία και η Ουκρανία. Αυτά είναι τα κύρια πορίσματα της τελευταίας μηνιαίας έκθεσης για το εμπόριο γεωργικών προϊόντων διατροφής που δημοσίευσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στα 97,4 δισ. ευρώ η αξία των εξαγωγών (Ιανουάριος – Μάιος)
Οι εξαγωγές γεωργικών ειδών διατροφής της ΕΕ παρέμειναν σταθερές στα 19,7 δισ. ευρώ, ενώ οι σωρευτικές εξαγωγές από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο ανήλθαν σε 97,4 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 2 % από το 2023.
Το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν ο κορυφαίος προορισμός, ακολουθούμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες σημείωσαν αύξηση 9% λόγω των υψηλότερων τιμών του ελαιολάδου. Η Κίνα παρουσίασε πτώση 10%, κυρίως στο χοιρινό κρέας, τα παρασκευάσματα δημητριακών και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Επιπλέον, οι εξαγωγές προς τη Βραζιλία αυξήθηκαν κατά 208 εκατ. ευρώ (+21%), λόγω των υψηλότερων τιμών της ελιάς και του ελαιολάδου. Αντίθετα, οι εξαγωγές προς τη Ρωσία μειώθηκαν κατά 15% (463 εκατ. ευρώ), ιδίως όσον αφορά τα οινοπνευματώδη ποτά.
Οι εξαγωγές ελαιολάδου αυξήθηκαν κατά 60% (+1,2 δισ. ευρώ), ενώ η αξία των εξαγωγών σιτηρών μειώθηκε κατά 14% (937 εκατ. ευρώ) λόγω των χαμηλότερων τιμών παρά τους υψηλότερους όγκους. Οι εξαγωγές φυτικών ελαίων μειώθηκαν επίσης κατά 37% (654 εκατ. ευρώ) λόγω των χαμηλότερων τιμών και όγκων.
Στα 69,6 δισ. ευρώ η αξία των εισαγωγών (Ιανουάριος – Μάιος)
Οι εισαγωγές γεωργικών προϊόντων διατροφής της ΕΕ ανήλθαν σε 14,7 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 3% από τον Μάιο του 2023. Οι σωρευτικές εισαγωγές από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο ανήλθαν σε 69,6 δισ. ευρώ, σε σταθερό επίπεδο σε σύγκριση με το 2023.
Παρά την πτώση του 4%, η Βραζιλία παρέμεινε η κορυφαία πηγή, ακολουθούμενη από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ουκρανία. Οι εισαγωγές από την Ακτή Ελεφαντοστού, τη Νιγηρία και την Τυνησία αυξήθηκαν, λόγω των υψηλότερων τιμών του κακάο και του ελαιολάδου. Αντίθετα, οι εισαγωγές από την Αυστραλία, την Ινδονησία και τον Καναδά μειώθηκαν απότομα. Οι εισαγωγές καφέ, τσαγιού, κακάο και μπαχαρικών αυξήθηκαν κατά 26% (2,3 δισ. ευρώ) και οι εισαγωγές φρούτων και ξηρών καρπών κατά + 9% (855 εκατ. ευρώ), ενώ τα σιτηρά και οι ελαιούχοι σπόροι σημείωσαν σημαντική μείωση λόγω των χαμηλότερων τιμών και όγκων.