ΕΕ: Σταθερή η ζήτηση ζωοτροφών
Μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την παραγωγή, το εμπόριο και τη χρήση ενός ευρέος φάσματος πηγών πρωτεΐνης ζωοτροφών στην ΕΕ
Τις τελευταίες προβλέψεις της για την παραγωγή, το εμπόριο και τη χρήση ενός ευρέος φάσματος πηγών πρωτεΐνης ζωοτροφών στην ΕΕ, κοινοποίησε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σημειώνεται πως με δεδομένη την εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές, για κάποιες πρωτεΐνες ζωοτροφών, η Επιτροπή δημοσιεύει μια μελέτη για τις ευκαιρίες και τους περιορισμούς για τη διαφοροποίηση πηγών πρωτεΐνης. Κύριος παράγοντας για την επιλογή είναι η ανταγωνιστικότητα. Η κερδοφορία και οι ισχυρές αλυσίδες αξίας είναι σημαντικές για την ανάπτυξη της παραγωγής πρωτεϊνών στην ΕΕ, ενώ ο περιορισμός της εξάρτησης από τις εισαγωγές ζωοτροφών μπορεί να βοηθήσει στη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ. Έτσι, θα προκύψει ένα πιο ανθεκτικό και αυτόνομο σύστημα τροφίμων της ΕΕ και βελτίωση της βιωσιμότητας.
Οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Σύμφωνα με τα στοιχεία για το 2023/24, η ζήτηση ζωοτροφών φαίνεται να παραμένει σταθερή στους 71 εκατομμύρια τόνους ακατέργαστης πρωτεΐνης, συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο εμπορίας.
Η αυτάρκεια της ΕΕ προβλέπεται στο 75% για το σύνολο των πηγών πρωτεΐνης και η ίδια εξακολουθεί να είναι πλήρως επαρκής σε χονδροειδείς ζωοτροφές, πηγή που αντιπροσωπεύει το 41% της συνολικής χρήσης ζωοτροφών στην ΕΕ. Το μερίδιο όλων των αλεύρων ελαιούχων σπόρων αντιπροσωπεύει το 27% της συνολικής χρήσης πρωτεϊνών ζωοτροφών στην ΕΕ και το μερίδιο των δημητριακών το 21%. Ωστόσο, όσον αφορά τα άλευρα με ελαιούχους σπόρους, η ΕΕ παράγει μόνο το 27% των όσων χρειάζεται για τη διατροφή του κτηνοτροφικού τομέα της.
Είναι λοιπόν πιθανό να επέλθει πρόοδος, αφού η παραγωγή φυτών πλούσιων σε πρωτεΐνες της ΕΕ προβλέπεται να ανέλθει σε 7,2 εκατομμύρια τόνους ακατέργαστης πρωτεΐνης το 2023/24, δηλαδή μια σημαντική αύξηση κατά 28% τα τελευταία 15 χρόνια. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή επενδύει στην έρευνα και την καινοτομία στον τομέα των πρωτεϊνούχων καλλιεργειών και συστημάτων διατροφής, στο πλαίσιο του Horizon Europe και της Ευρωπαϊκής Σύμπραξης Καινοτομίας για την Γεωργία, για να καταστήσει τα συστήματα κτηνοτροφικής παραγωγής πιο βιώσιμα, ανθεκτικά και κυκλικά.
Διαφοροποίηση πηγών πρωτεϊνικής τροφής
Οι στρατηγικές διατροφής αντικατοπτρίζουν την ποικιλομορφία των τομέων της ΕΕ για τις καλλιέργειες και την κτηνοτροφία. Σε ολόκληρη την ΕΕ οφείλονται κυρίως σε οικονομικούς λόγους, όπως η τιμή των καλλιεργειών που παράγονται στην ΕΕ σε σύγκριση με τις εισαγόμενες καλλιέργειες. Επίσης, οι αγρότες επηρεάζονται από τις συμβατικές ρυθμίσεις, την παρουσία ισχυρών αλυσίδων εφοδιασμού, τις νομοθετικές απαιτήσεις που σχετίζονται με συγκεκριμένους τύπους γεωργίας, όπως η βιολογική, και μακροχρόνιες πρακτικές με τις οποίες είναι εξοικειωμένοι. Επιπλέον, τίθεται και ζήτημα διαθεσιμότητας, καθώς η αύξηση της διαφοροποίησης της παραγωγής στην ΕΕ απαιτεί διαθέσιμη γεωργική γη, κατάλληλη για τις απαραίτητες καλλιέργειες. Μέσα από έρευνα, γίνεται φανερό ότι η αντικατάσταση του 50% των εισαγωγών, ισοδύναμων με σόγια, θα σήμαινε ανταλλαγή 6,6 εκατομμυρίων εκταρίων άλλων καλλιεργειών.
Η συγκεκριμένη μελέτη προτείνει ορισμένα μέτρα για το εν λόγω ζήτημα, όπως αύξηση του μεριδίου της πρωτεΐνης που προέρχεται από το γρασίδι στη διατροφή των μηρυκαστικών, υποστήριξη της δημόσιας και ιδιωτικής έρευνας για την επιλογή πιο αποτελεσματικών ποικιλιών για τη βελτίωση των αποδόσεων και την καλύτερη χρήση της θρεπτικής αξίας των πρώτων υλών και χρηματοδότηση κατάρτισης για τους αγρότες.
Σε επίπεδο πολιτικής της ΕΕ, η έρευνα συνιστά την προσωρινή αύξηση της συνδεδεμένης εισοδηματικής στήριξης εντός της ΚΑΠ για την καλλιέργεια φυτικών πρωτεϊνών, σε συμμόρφωση με τους κανόνες του ΠΟΕ. Αναφέρει ακόμα ότι τα επιχειρησιακά προγράμματα της ΚΑΠ και τα ταμεία αγροτικής ανάπτυξης θα μπορούσαν να στηρίξουν περαιτέρω τους αγρότες και τις αλυσίδες αξίας να επενδύσουν σε εναλλακτικές λύσεις. Απαιτείται δράση σε εθνικό επίπεδο για να ολοκληρωθεί σε επίπεδο ΕΕ. Έτσι, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να συμπεριλάβουν συστηματικά μέτρα για την υποστήριξη της καλλιέργειας φυτικών πρωτεϊνών στα στρατηγικά τους σχέδια για την ΚΑΠ αλλά και να καταρτίσουν εθνικά σχέδια πρωτεϊνών.